-
1 προμήθεια
προμήθ-εια, [dialect] Dor. [suff] προ-μάθεια [μᾱ], [dialect] Ion. [full] προμηθίη, in Trag. [full] προμηθία (v. sub fin.):—A foresight, forethought,σοφὸν ἡ προμηθίη Hdt.3.36
, cf. Pi.N.11.46, I.1.40, Th.4.62, al.;προμηθίαν λαβεῖν A.Supp. 178
, cf. E.Hec. 795;πολλὴν προμήθειαν ποιεῖσθαι Pl.Min. 318e
; ἐν πολλῇ προμηθίῃ ἔχειν τινά to hold in great consideration, Hdt.1.88;προμηθείην ἔχειν τινός Xenoph.1.24
, cf. E.Alc. 1054, Pl.Grg. 501b;ἔχειν τὴν ὑπὲρ τῆς ψυχῆς π. Id.R. 441e
: with reference to Prometheus, Luc.Prom.Es1. [ προμηθία is required by the metre in S.El. 990, OC 332, 1043, Frr.302.2,950.3, E.Med. 741, Hec. 1137, Ph. 1466, Andr. 690, IT 1202, and is admissible in A.Supp. 178, S.El. 1036, 1350, Ph. 557, E.Alc. 1054, Ion 448, whereas προμήθεια is never required.]Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό) > προμήθεια
См. также в других словарях:
προμήθεια — Γιορτή της αρχαίας Αθήνας προς τιμήν του Προμηθέα. Ήταν πανάρχαιη ετήσια γιορτή στη διάρκεια της οποίας γινόταν και λαμπαδηφορία. Κατά τον Παυσανία, η λαμπαδηφορία είχε αφετηρία τον βωμό του Προμηθέα στην Ακαδημεία και τέρμα της την Ακρόπολη. * * … Dictionary of Greek